Άγιε άγγελε, φύλαξέ με με περισσότερη επιμέλεια, γιατί κινδυνεύω να χαθώ…
Ο Όσιος Κύριλλος ο Φιλεώτης καταγόταν από το χωριό Φιλέα της Θράκης και ασκήτεψε γύρω στα 1060.
Κάποτε τον επισκέφτηκε ένας φίλος του μοναχός για να τον συμβουλέψει.
– Καθόμουν, αββά, στο κελλί μου, άρχισε ο μοναχός, κι έκλαιγα τις αμαρτίες μου. Σκεφτόμουν πως οι αμαρτίες μου είναι πολλές, ενώ η μετάνοια μου λίγη. Και τότε μου ήρθαν ξαφνικά πολλά δάκρυα, που έτρεχαν αβίαστα. Για δυο μερόνυχτα δεν σκέφτηκα να φάω, γιατί δοκίμαζα γλυκύτητα πνευματική κι είχα διαρκώς την αναφορά μου στο Θεό, με ευχαριστίες, δοξολογίες και παρακλήσεις.
Ζώντας σ’ αυτή την κατάσταση, γυρίζω στο φύλακα άγγελο μου και του λέω:
«Άγιε άγγελε, φύλαξέ με με περισσότερη επιμέλεια, γιατί κινδυνεύω να χαθώ. Μάταια έζησα τη ζωή μου άρα κι εσύ μάταια με φυλάς».
Επανέλαβα τη φράση τρεις φορές, και κάθισα αποκαμωμένος.
Τότε, σαν σε όραμα, βλέπω ένα χέρι μέχρι τον καρπό, άσπρο και λεπτό, να πλησιάζει και να με χτυπάει στο δεξί μάγουλο. Το ράπισμα ήταν μέτριο, μα το χέρι εκείνο μοσχοβολούσε τόσο, που έμεινε στο πρόσωπό μου η ευωδία για μια βδομάδα.
Σ’ όλο αυτό το διάστημα δεν είχα καθόλου όρεξη για υλική τροφή.
Πες μου λοιπόν, αββά, πως εξηγείς το όραμα;
Ο όσιος Κύριλλος, αφού τον άκουσε προσεκτικά, έμεινε για λίγο σιωπηλός και μετά απάντησε παραβολικά:
– Ένας καλός πατέρας έχει δυο γιούς. Ο ένας είναι ώριμος άνδρας στο σώμα και στην ψυχή, ενώ ο άλλος μικρό παιδί.
Ο πατέρας, επειδή πρέπει να φυλάγει, παραδίνει το μικρό στο μεγαλύτερο αδελφό για να τον φυλάει. Ο μεγάλος, από υπακοή στον πατέρα και αγάπη στον μικρό, κάνει ό,τι μπορεί. Ο μικρός όμως τρέχει εδώ κι εκεί, σκοντάφτει, χτυπάει και ματώνει. Ο μεγαλύτερος βρίσκεται διακριτικά κοντά του, προσέχοντας να μη γκρεμιστεί, να μην τον φάει κάποιο θηρίο. Όμως δεν θέλει να τον δέσει, δεν τον πιέζει. Τον αφήνει στο θέλημα του, ελπίζοντας πως, όσο μεγαλώνει, θα σωφρονίζεται.
Ο μικρός δεν τα καταλαβαίνει όλ’ αυτά, και, δείχνοντας τα μωλωπίσματά του, λέει στο μεγάλο αδελφό:
«Σε ορκίζω στον πατέρα που μας γέννησε, να με φυλάξεις καλά, γιατί, όπως βλέπεις κινδυνεύω».
Τότε ο καλός αδελφός του δίνει ένα μικρό χαστούκι για να τον σωφρονίσει, και του απαντάει:
«Όρκισε καλύτερα τον εαυτό σου, και παράγγειλέ του να μην πλησιάζει στους γκρεμούς. Εγώ δεν φταίω σε τίποτα».
Το ίδιο έγινε και σε σένα, αδελφέ. Ανάλογη σημασία έχει και για σένα το όραμά σου, όραμα αναμφίβολα θεϊκό.
Σχετικά άρθρα:
Πάντα ο Θεός έχει το σχέδιο Του
Ευχή στους Αρχαγγέλους
Προσθέστε Σχόλιο